Στην παρακάτω ηχοιστορία υπάρχουν δύο αφηγητές και τα υπόλοιπα παιδιά βρίσκονται σε κύκλο με μουσικά κρουστά όργανα στα χέρια τους. Κάθε παιδί ή ομάδα παιδιών παίζει ανάλογα το κρουστό όργανο που κρατάει.
Σε ένα προτζέκτορα προβάλλονται οι εικόνες που ακολουθούν τη ροή του παραμυθιού. Οι εικόνες έχουν δημιουργηθεί από παιδιά υπό την επίβλεψη του εκπαιδευτικού Εικαστικών, Γιάννη Παυλίδη. Τέλος παρατίθεται σε βίντεο και παρτιτούρα το τραγούδι Μπιμ Μπαμ, που χρησιμοποιείται σε διάφορα σημεία της ιστορίας.
ΠΗΓΗ:
http://www.bethsnotesplus.com/2016/06/bim-bum.html
Σε ένα προτζέκτορα προβάλλονται οι εικόνες που ακολουθούν τη ροή του παραμυθιού. Οι εικόνες έχουν δημιουργηθεί από παιδιά υπό την επίβλεψη του εκπαιδευτικού Εικαστικών, Γιάννη Παυλίδη. Τέλος παρατίθεται σε βίντεο και παρτιτούρα το τραγούδι Μπιμ Μπαμ, που χρησιμοποιείται σε διάφορα σημεία της ιστορίας.
Τα τρία γουρουνάκια
Αγόρι: Μια φορά
κι έναν καιρό ήταν ο Μπιμ, ο Μπαμ και ο Μπίρι, τα τρία μικρά γουρουνάκια, γιοι
της κυρίας Μπάρμπαρας Τσιριμπόμ. Ο Μπιμ, ο Μπαμ και ο Μπίρι κάθε πρωί βγαίνανε
στον κήπο του σπιτιού τους και παίζανε, τρέχανε και τραγουδούσαν [σκουξίματα με
τη φωνή, ήχος από κουδουνάκια, γέλια, σφύριγμα της μελωδίας Μπιμ, Μπαμ, Μπίρι].
Μια μέρα όμως, η κυρία Μπάρμπαρα Τσιριμπόμ μάζεψε τους γιους της και τους είπε:
Κορίτσι: -Αγαπημένα
μου παιδιά, έχετε πια μεγαλώσει, καιρός να δοκιμάσετε την τύχη σας μόνοι σας
και να φτιάξετε το δικό σας σπιτικό.
Τα αγκάλιασε σφιχτά, τα φίλησε [ήχος από φιλιά] και τους
έδωσε την ευχή της κλαίγοντας από συγκίνηση [νότες μεταλλόφωνο –όχι γρήγορα-
και ρούφηγμα μύτης].
Α: Έτσι ο Μπιμ, ο
Μπαμ και ο Μπίρι πήραν το δρόμο τους.
Κ: Ο Μπιμ, που
ήταν λιγάκι τεμπελάκος, αποφάσισε να ασχοληθεί όσο το δυνατόν λιγότερο με το
χτίσιμο του σπιτιού, γιατί εεεε… είχε και καλύτερα πράγματα να κάνει. Οπότε
έχτισε το σπίτι του από άχυρα [ήχος από εφημερίδες]. Μετά έφτιαξε έναν ωραίο
πράσινο χυμό, έβγαλε το καρεκλάκι του στην αυλή του και χάζευε τη θέα απόλυτα
ικανοποιημένος.
Ο Μπαμ, λιγότερο τεμπέλης, αλλά και πάλι όχι και τέρας
εργατικότητας, αποφάσισε ότι θα έχτιζε το σπίτι του από ξύλα. [μαράκες
–πριόνισμα- και χτύπημα ξυλάκια] Του πήρε λίγο παραπάνω χρόνο, αλλά τελικά κανά
δυο ωρίτσες αργότερα πήρε κι αυτός το καρεκλάκι του και το χυμό του και πήγε να
κάνει παρέα στον Μπιμ που ρέμβαζε στην αυλή.
Φώναξαν και στον Μπίρι να ‘ρθει
αλλά εκείνος ήταν απασχολημένος. Έχτιζε το σπίτι του από τούβλα. [ντέφι,
τουμπερλέκι, τύμπανο]. Ο Μπίρι τέλειωσε το σπιτάκι του το σούρουπο, όταν ο Μπιμ
κι ο Μπαμ ψήνανε σουβλάκια λαχανικών και πήγε να τους βρει καθώς πεινούσε σαν
…λύκος!
Α: -Βρε αδέρφια,
(Κ: τους είπε), δε λέω, καλά
περάσατε το απόγευμα, αλλά τι σπίτια είναι αυτά που φτιάξατε; Κι αν έρθει ο
λύκος πεινασμένος; Θα σας προστατέψουν τα σπιτάκια σας;
Κ: -Ώχου, μωρέ
Μπίρι, σιγά μην έρθει ο λύκος τώρα.
Α: Αλλά ο λύκος
ήρθε. Γιατί οι λύκοι πάντα έρχονται, και πάντα είναι πεινασμένοι. Πρόβαλλε μέσα
από το δάσος το επόμενο πρωί. [Μελόντικα χαμηλές νότες, κλάστερ, μια άσπρα
πλήκτρα, μια μαύρα και τουμπερλέκι τα τα τα … σιγανή ένταση που σιγά σιγά
δυναμώνει].
Κ:Τα γουρουνάκια
τρέξανε έντρομα να κρυφτούν στα σπιτάκια τους [κουδουνάκια]. Ο λύκος, το όνομά
του είναι Μπουμ Μπουμ, πήγε πρώτα στο σπίτι του Μπιμ, το αχυρένιο και χτύπησε
την πόρτα [3 χτυπήματα στο πάτωμα].
Α:-Καλέ
γουρουνάκι, άνοιξέ μου να μπω;
Κ: -Πριτς! Για να
με φας;
Α: -Ε, τότε κι
εγώ θα φυσήξω και θα ρίξω το σπιτάκι σου. [3 φυσήματα με το στόμα, τρίξιμο
εφημερίδες, σκίσιμο, τσαλάκωμα, σπρινγκ ντραμ, ωωωωωω….μπουμ στα όργανα όλοι
μαζί] και το σπίτι, φυσικά έπεσε.
Κ: Ο Μπιμ έτρεξε
πανικόβλητος στο σπίτι του Μπαμ για να κρυφτεί [κουδουνάκια]. Ο λύκος Μπουμ
Μπουμ τον ακολούθησε [μελόντικα, τουμπερλέκι]. Χτύπησε την ξύλινη πόρτα [3
χτυπήματα στο πάτωμα] και ρώτησε:
Α: -Καλέ
γουρουνάκια, ανοίξτε μου να μπω;
Κ: -Πριτς! Για να
μας φας;
Α: -Ε, τότε κι
εγώ θα φυσήξω και θα ρίξω το σπιτάκι σας. [3 φυσήματα με το στόμα, μαράκες,
ξυλάκια, σπρινγκ ντραμ, ωωωωωω….μπουμ στα όργανα όλοι μαζί] και το σπίτι,
φυσικά έπεσε.
Κ: Ο Μπιμ κι ο
Μπαμ βγάλανε φτερά στα πόδια [κουδουνάκια] και πήγαν στο σπίτι του Μπίρι. Ο
λύκος Μπουμ Μπουμ τους ακολούθησε [μελόντικα, τουμπερλέκι]. Χτύπησε την πόρτα
[3 χτυπήματα στο πάτωμα] και ρώτησε:
Α: -Καλέ
γουρουνάκια, ανοίξτε μου να μπω;
Κ: -Πριτς! Για να
μας φας;
Α: -Ε, τότε κι
εγώ θα φυσήξω και θα ρίξω το σπιτάκι σας. [3 φυσήματα με το στόμα, λαχάνιασμα,
άλλα 3 φυσήματα, λαχάνιασμα].
Κ: Αλλά όσο και
να φυσούσε και να ξεφυσούσε το σπιτάκι δεν έπεφτε. Οπότε αποφάσισε να μπει απ’
την καμινάδα.
Σκαρφάλωσε όσο πιο αθόρυβα μπορούσε [πολύ σιγανοί ήχοι στα
όργανα] και γλίστρησε μέσα [γλίστρημα στο μεταλλόφωνο από ψηλά προς τα χαμηλά].
Όμως ο Μπίρι είχε καταλάβει το σχέδιό του και στο μεταξύ είχε ανάψει την φωτιά
και είχε βάλει ένα καζάνι με νερό να βράζει [μπουκάλια με νερό + καλαμάκια,
μπουρμπουλήθρες].
Α: Έτσι ο
καημένος ο λύκος Μπουμ Μπουμ αντί να φάει μαγειρευτά γουρουνάκια, κόντεψε να
μαγειρευτεί ο ίδιος.
Κάηκε τόσο πολύ, που άρχισε να τρέχει σαν τρελός. Ευτυχώς
εκεί κοντά υπήρχε ένα ποταμάκι και μπήκε μέσα για να σβήσει την τσουρουφλισμένη
του ουρά. Ο Μπιμ, ο Μπαμ κι ο Μπίρι απ’ την χαρά τους άρχισαν να τραγουδάνε
[τραγούδι]. Κι έτσι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Κ: ΥΓ. Πάντως κι
ο λύκος Μπουμ Μπουμ, δεν ήτανε κακός, απλά πεινούσε ο καημένος.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ:
H Ελένη Τσαουσάκη
ασχολείται με τη μουσική από μικρή. Όταν ήταν 11 χρονών ξεκίνησε να μαθαίνει
άρπα στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης, από όπου πήρε και το Δίπλωμά της το 2004
ως μαθήτρια της Γ. Ξαγαρά. Ως υπότροφος του Ι.Κ.Υ. συνέχισε τις μεταπτυχιακές
της σπουδές με την E.L. Jones
στο Royal Northern College of Music. Σπούδασε επίσης στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. από όπου και τελείωσε
το 2008. Ως επιτυχούσα του Α.Σ.Ε.Π. διορίστηκε το 2010 στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση. Παράλληλα συνεχίζει την καλλιτεχνική της πορεία δίνοντας συναυλίες
σόλο, μουσικής δωματίου ή συμμετέχοντας σε ορχήστρες. Στους φίλους της είναι
γνωστή ως η Ελένη η Άρπα, ενώ για τους πιο μικρούς μαθητές της στο σχολείο
είναι η Κυρία Μουσική.
ΠΗΓΗ:
http://www.bethsnotesplus.com/2016/06/bim-bum.html
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου